Μπέτυ Αρβανίτη βιογραφικό ηλικία: Πως είναι σήμερα στα 87 της! Οι ΓΑΜΟΙ τα ΔΙΑΖΥΓΙΑ. Αγαπημένος ρόλος της για το κοινό είναι αυτός στην ταινία «Νύχτα Γάμου», που ενσαρκώνει τη νιόπαντρη σύζυγο του Φαίδωνα Γεωργίτση, με τον οποίο φτάνει στα πρόθυρα του διαζυγίου από την πρώτη κιόλας νύχτα του γάμου τους. Η Μπέτυ Αρβανίτη έγινε γνωστή στο κοινό από τις κινηματογραφικές ταινίες που πρωταγωνίστησε τη δεκαετία του ’60.
Η αιτία ήταν ότι στο ξενοδοχείο που έμεναν συνάντησαν την πρώην σύντροφο του Γεωργίτση και επίσης νιόπαντρη με τον Κώστα Βουτσά, Μάρθα Καραγιάννη. Η ταινία είχε το λεγόμενο «χάπι εντ» και το ζευγάρι δεν χώρισε τελικά. Δεν συνέβη όμως το ίδιο και στην πραγματική ζωή.
Ο χωρισμός με τον Φαίδωνα Γεωργίτση
Οι δυο ηθοποιοί δεν υπήρξαν μόνο κινηματογραφικοί σύζυγοι. Έγιναν ζευγάρι όταν φοιτούσαν στις σχολές υποκριτικής των Κ. Κουν, Χρ. Βαχλιώτη και Π. Κατσέλη. Οι καυγάδες του ζευγαριού ήταν συχνοί και στην καθημερινή τους ζωή Μετά την αποφοίτησή τους παντρεύτηκαν.
Ο γάμος τους όμως δεν κράτησε πολύ. Όπως στην ταινία, έτσι και στη ζωή, το ζευγάρι καυγάδιζε συνεχώς. Ο Φαίδων Γεωργίτσης σε συνέντευξή του είχε αναφέρει: «Οι καβγάδες μας θα μπορούσαν να γίνουν θέμα σε έργο του Στρίνγκμπεργκ».
Οι δύο καλλιτέχνες δεν καυγάδιζαν για συγκεκριμένο λόγο, καθώς συνήθως οι διαπληκτισμοί άρχιζαν λόγω “ασυμφωνίας χαρακτήρων”.
Η οριστική ρήξη στη σχέση τους ήρθε όταν η ηθοποιός αποφάσισε να τερματίσει την εγκυμοσύνη της, χωρίς να ενημερώσει τον σύζυγό της. Τη λεπτομέρεια αυτή, αν και πολύ προσωπική, αποκάλυψε πρόσφατα ο Γεωργίτσης λέγοντας: « Εκείνη ήδη είχε ένα γιο και δεν ήθελε άλλο παιδί. Εγώ όμως ήθελα οικογένεια, παιδιά.
Μετά από αυτό η σχέση είχε ξεφτίσει».
Η αγάπη για τον γιο της Η Αρβανίτη αν και δεν ήθελε να αποκτήσει άλλο παιδί, ήταν πολύ καλή μητέρα. Σε μικρή ηλικία απέκτησε τον γιο της Αλέξη από τον γάμο της με τον αρχιτέκτονα Κώστα Σταμάτη.
Όπως έχει αναφέρει η ίδια, ήταν τόσο μικρή, που ένιωσε ότι μεγάλωσε ταυτόχρονα με τον γιο της, ενώ σε ερώτηση δημοσιογράφου για το ποιο είναι το αγαπημένο της όνομα, απάντησε χωρίς δεύτερη σκέψη: Αλέξης. Η ίδια δεν μεγάλωσε τον γιο της με αυστηρότητα, ενώ έχει δηλώσει ότι απεχθάνεται τις υπερβολικές μαμάδες που κυνηγάνε τους γιους τους λέγοντας : «Φάε, ντύσου, πρόσεχε».
Η ομορφιά της έγινε αιτία να επιτεθεί η Αλίκη Βουγιουκλάκη στον Παπαμιχαήλ.
Η ομορφιά της ηθοποιού έγινε αιτία να καυγαδίσουν η Αλίκη με τον Δημήτρη Η Μπέτυ Αρβανίτη ήταν ταλαντούχα ηθοποιός και είχε μια ιδιαίτερη γοητεία.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 φωτογραφήθηκε ως μοντέλο, στο διαμέρισμά της στο Κολωνάκι, λανσάροντας τη μόδα της εποχής. Σύμφωνα με τη δημοσιογράφο Κική Σεγδίτσα, την περίοδο που η Αρβανίτη συμπρωταγωνιστούσε με τον Παπαμιχαήλ στο θεατρικό έργο «ο Θείος Βάνιας», η Αλίκη είχε ένα ξέσπασμα ζήλιας.
Ένα βράδυ όρμησε με τόση μανία εναντίον του άντρα της ώστε χρειάστηκε η επέμβαση της δημοσιογράφου, που ήταν και οικογενειακή τους φίλη, για να αποτραπούν τα χειρότερα. Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε ούτε καν φλερτ μεταξύ των δύο ηθοποιών, απλώς η Αλίκη περνούσε μια δύσκολη περίοδο. Όπως υπστήριξε η Κική Σεγδίτσα «είχε βγάλει τις ζήλιες της εγκυμοσύνης».
Το επεισόδιο δεν πήρε διαστάσεις και οι δύο ηθοποιοί συνέχισαν κανονικά τη συνεργασία τους.
Η Μπέτυ Αρβανίτη γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1939. Μεγάλωσε σε οικογένεια αστών με αρκετές ανέσεις και φοίτησε σε καλά σχολεία της πόλης, ενώ από μικρή ονειρευόταν να γίνει ηθοποιός. Το θέατρο ήταν ανέκαθεν η μεγάλη αδυναμία της.
Παρόλο που οι κινηματογραφικές ταινίες της χάρισαν μεγάλη δημοσιότητα, εκείνη πάντα προτιμούσε το σανίδι. Από το 1987 εγκατέλειψε τον κινηματογράφο. Ίδρυσε τη θεατρική εταιρία Πράξη που εδρεύει στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας και μέχρι σήμερα, ανεβάζει σημαντικές παραστάσεις….
Η Μπέττυ Αρβανίτη αγαπάει πολύ το θέατρο κι ας χρωστά στον κινηματογράφο ένα μεγάλο κομμάτι της επωνυμίας της.
Από το 1987 που ίδρυσε με τον Βασίλη Πουλαντζά το Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας διαγράφει τη δική της πορεία στον χώρο. Είναι μητέρα του συγγραφέα Αλέξη Σταμάτη, έχει έναν εγγονό, τον τρίχρονο Ερμή.
«Γεννήθηκα στην Αθήνα, στα Εξάρχεια –δεν έχω χωριό κι αυτό είναι κάτι που θα μ’ άρεσε να έχω. Ολη μου η ζωή έχει παιχτεί ανάμεσα στα Εξάρχεια και το Κολωνάκι.
Από τότε που γεννήθηκα σκεφτόμουν να γίνω ηθοποιός.
Το περιβάλλον μου ήταν αστικό, μ’ έναν πατέρα γιατρό και μια μητέρα καλλιεργημένη που δεν δούλευε -έκανε τέσσερα παιδιά, έχω τρία αδέλφια.
Πήγαινα στο σχολείο του Μπερζάν, εκτός από τα τρία τελευταία χρόνια που πήγα στο Μαράσλειο, γιατί είχε καλό πρακτικό.
Οι γονείς μου, κυρίως η μάνα μου, ήταν άνθρωποι πολύ προοδευτικοί. Δεν ήταν τόσο κλασική οικογένεια. Εγώ ξεμπέρδεψα αρκετά γρήγορα από διάφορα πρέπει και προκαταλήψεις. Διάβαζα πολύ από μικρή, είχα μεγάλο ψώνιο με την υποκριτική.
Οταν πήγαινα να δω μια ταινία, έβγαινα η πρωταγωνίστρια και φερόμουν ως έτσι. Ναι, ήμουν ωραίο κορίτσι. Ταυτίζομουν μ΄όλες αυτές τις ντίβες του σινεμά αλλά κυρίως με αυτά που αισθάνονταν. Απ΄την άλλη ήμουν πολύ εσωστρεφές παιδί. Μ΄άρεσε να φτιάχνω το μαλλί μου, να είμαι νόστιμη, αλλά να παίζω με τ΄αγόρια. Γνωστοί και φίλοι με ήθελαν για να τους διασκεδάζω. Ανέβαινα πάνω στο τραπέζια χόρευα, έκανα-έρανα…
Δεν ήταν ζητούμενο της οικογένειας να γίνω ηθοποιός.
Επειδή ήμουν καλή στα μαθηματικά και στο σχέδιο έδωσα και στο Πολυτεχνείο παράλληλα με το Θεάτρο Τέχνης. Δεν μπήκα στο Πολυτεχνείο, μπήκα στο Τέχνης. Τα έκανα όλα μαζί, πολύ γρήγορα -παράλληλα είχα ήδη παντρευτεί κι ήμουν έγκυος, στον Αλέξη.
Οχι, δεν έγιναν συνειδητά. Ομως το οφείλω στον πατέρα του Αλέξη αυτό, γιατί απ΄το σπίτι είχαν τους ενδοιασμούς τους και κάποια κρατήματα.
Εκείνος όμως –αρκετά μεγαλύτερός μου, αρχιτέκτων, μου έδωσε ένα μεγάλο σπρώξιμο και είχα μια στήριξη και μια τεράστια ελευθερία. Αλλά δεν ήμουν καθόλου ώριμη –ανώριμη ήμουν. Εκτός από τ΄ότι χωρίσαμε σύντομα, τα πράγματα δεν πήγαν άσχημα. Για μένα ήταν όλα σ΄ένα συννεφάκι, του ονείρου, των επιθυμιών, αγνοώντας αν ταιριάζε το ένα με το άλλο.
Κάνοντας ένα παιδί τόσο νέα, άλλα κερδίζεις άλλα χάνεις.
Ημουν πάρα πολύ ευτυχισμένη –μ΄άρεσε πολύ ο θηλασμός γι΄αυτό και θήλασα τον Αλέξη για καιρό.
Είχα μια φοβερή τρυφερότητα γι΄αυτό το πλάσμα αλλά δεν είχα καταλάβει ότι θέλει πολλή δουλειά κι έχει πολλές ευθύνες. Συνειδητοποίησα, με τρόμο, ότι έχασα την ελευθερία μου –θυμάμαι ήμουν σ΄ένα αεροπλάνο και κατάλαβα ότι δεν έχω την ελευθερία να πέσω.
Κατάλαβα ότι προηγείται κάποιος άλλος.
Νομίζω ότι η σχέση μου με τον Αλέξη φτάχτηκε στα πιο ώριμα χρόνια μας, αν και ήταν πάντα τρυφερή και αγαπησιάρικη. Αργότερα, μιλώντας μαζί του, κατάλαβα ότι ήταν και ουσιαστική γιατί ο τρόπος που ζούσε και αυτά που εισέπραττε του έδιναν πολλά.
Το σινεμά ήρθε πάρα πολύ εύκολα σε μένα, καταρχήν γιατί τους αφορούσε πάρα πολύ η εμφάνιση. Ηταν καθοριστικό. Οσο καλή ηθοποιός να ήταν κάποια, αν δεν είχε την εξωτερική εμφάνιση, δεν γινόταν πρωταγωνίστρια. Ηταν μια ιστορία που μου προέκυψε πολύ εύκολα. Δεν είχα και πολύ σοβαρούς λόγους να μην την κάνω και κάτω από αυτές τις καλές συνθήκες, στον Φίνο.
Εκείνο τον καιρό ήμουν με τον Φαίδωνα Γεωργίτση –ήμασταν μαζί στην σχολή του Κουν, αλλά μετά έγινε η ιστορία μας.
Με έβλεπαν μαζί με τον Φαίδωνα και κάπως έτσι προέκυψαν όλα. Υστερα το ένα έφερνε το άλλο, συνεχώς. Χωρίς να το αποποιούμαι όλο αυτό, δεν το πήρα ούτε τότε στα σοβαρά. Ηταν κάτι διασκεδαστικό, είχε και κάποια χρήματα.
Εγώ ταινίες έκανα τα καλοκαίρια -περνάγαμε πολύ ωραία, είχε κάτι το οικογενειακό όλο αυτό, κάναμε παρέα, βγαίναμε μετά. Σαν ένα πάρτι. Αλλά εμένα με απασχολούσε το θέατρο και ποτέ δεν εξαργύρωσα το σινεμά στο θέατρο.
Νομίζω ότι η πρώτη φορά που δουλέψαμε μαζί με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα ήταν γιατί ενώ ήθελαν την Μαίρη Χρονοπούλου, δεν μπορούσε. Κι έτσι, τόσο απλά, πήραν εμένα. Τυχαία πράγματα ήταν τα περισσότερα. Με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα δεν κάναμε παρέα, του μιλούσα στον πληθυντικό, είχαμε τεράστια διαφορά ηλικίας. Εγώ ήμουν αλλού. Σ΄εμένα δεν έδινε καθόλου την αίσθηση ότι ήταν γυναικάς. Ηταν ένα μεγάλο παιδί που έλεγε κακά λόγια, χωρίς να τα εννοεί.
Οι παρέες μου ήταν πιο κουλτουρέ, ήταν άνθρωποι που έκαναν πράγματα πιο ψαγμένα. Επαναστάτρια; Με έναν τρόπο, ναι. Και ιδεολογικά ήμουν στην αριστερά, στο ΚΚΕ εσωτερικού.
Πάντως, δεν τις πολυβλέπω τις ταινίες μου –δεν τις αγαπάω, ούτε τον εαυτό μου μέσα σ΄αυτές.
Πιστεύω ότι κάποιες επιλογές, επιλογές άλλων ανθρώπων, είχαν να κάνουν με την εμφάνισή μου. Προσωπικά αναζητούσα κάτι που να είναι κόντρα –το ήθελα, το έψαχνα… Θυμάμαι πήγαμε περιοδεία με τον Φαίδωνα και γινόταν τότε το σώσε –όλα αυτά όμως εμένα δεν μου μετρούσαν, δεν τα θεώρησα ποτέ σοβαρά. Τα υποστήριξα, αλλά δεν ήταν δικά μου.
Δεν θα μπορούσα να΄χω αυτή την εξέλιξη αν κρατούσα τέτοιου είδους πράγματα –κι αυτό αποδείχτηκε.
Βέβαια, μέσα σ΄όλο αυτό δεν λέω πως δεν υπήρξα κι εγώ νάρκισσος, κι ακόμα και τώρα υπάρχουν φορές που θέλω να φτιαχτώ και να βαφτώ.
Ωραίο είναι να σ΄αρέσει ο εαυτός σου η εμφάνισή σου, αλλά είναι κακό να σε καθορίζει. Εμένα ποτέ δεν με καθόρισε, ίσως και να με έπληττε καμιά φορά. Είναι βαρετό πράγμα να θέλεις να συντηρείς την εικόνα σου, πολύ.
Αμφισβήτηση; Ναι αισθάνθηκα από κάποιους ανθρώπους ότι έπρεπε να αποδείξω κάτι όταν ξεκινούσα το θέατρο Οδού Κεφαλληνίας, πριν τριάντα πέντε χρόνια. Ενας φίλος μου, που μ΄αγαπούσε κιόλας, όταν του είπα ότι θα σκηνοθετήσει την “Πέτρα Φον Καντ” η Ρούλα Πατεράκη μου είπε “θάρθω να σου βάλω βόμβα”…
Όταν έχεις κάνει σταριλίκι σινεμά στον Φίνο, μπορεί κάποιος να πει “τώρα τι της ήρθε να κάνει Φασμπίντερ…”
Οι άνθρωποι του θεάτρου δεν είχαν αυτού του είδους τις αμφιβολίες, εκτός από κάποιους που μπορεί να είχαν συντηρητικές απόψεις γύρω απ΄το θέατρο… Ναι, υποτίθεται ότι υπάρχει ο μύθος πως η ωραία γυναίκα πρέπει να αποδείξει ότι έχει και μυαλό, αλλά δεν αγωνίστηκα πολύ γι΄αυτά τα πράγματα γιατί δεν τα πιστεύω εγώ η ίδια.
Δεν μπορώ να πω ότι βρήκα μπροστά μου εμπόδια –βέβαια κάποιοι τίτλοι, κάποιες προκαταλήψεις, περί ποιοτικού και λοιπά θεάτρου, επηρεάζουν. Οταν έχεις κάνει σταριλίκι σινεμά στον Φίνο, μπορεί κάποιος να πει “τώρα τι της ήρθε να κάνει Φασμπίντερ…”.
Ε λοιπόν της ήρθε και τον έκανε…
Με τα “Πικρά δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ” δώσαμε το σήμα μας. Μετά απ΄αυτό το κοινό δεν περίμενε πια από εμάς τα προβλεπόμενα, περίμενε άλλα πράγματα. Κι εμάς μας καθόρισε γενικότερα, γιατί αν πρωτοβγαίναμε κι αυτό δεν είχε πετύχει, δεν ξέρω πως, θα συνεχίζαμε.
Εγώ είχα βαρεθεί πλέον να επαναλαμβάνω την εικόνα μου. Μόνο αν εκτεθείς προσωπικά, καταλαβαίνεις και προτείνεις αυτό που θεωρείς εσύ καλό θέατρο. Αλλιώς, αν μπαίνεις στο όνειρο ενός άλλου, είσαι υπό συνθήκες.
Αν δεν τύχαινε αυτή η συγκυρία με τον Βασίλη (σ.σ. Πουλαντζά), γιατί εγώ μόνη μου είμαι άχρηστη επιχειρηματικά, αν δεν υπήρχε αυτός ο διπλούς έρως όπως λέω, δεν ξέρω τι θα είχε γίνει. Είχε σχεδόν μόλις προηγηθεί η σχέση μας…
Οπως έχω πει πολλές φορές, μου είχε τηλεφωνήσει ο σκηνοθέτης, ο Νίκος ο Μαστοράκης απ΄τη Γερμανία και μου΄χε πει για το έργο του Φασμπίντερ κι ότι πρέπει να το κάνω.
Με τον Νίκο είχαμε γνωριστεί στο ΚΘΒΕ και είχαμε μια πολύ καλή επικοινωνία. Δίνω στον Βασίλη το έργο να το διαβάσει, που ήξερε γερμανικά, και να μου το μεταφράζει. Ενθουσιαστήκαμε αμφότεροι. Απ΄την επομένη, με προτροπή του Βασίλη, αρχίσαμε να ψάχνουμε για θέατρο. Δεν υπήρχε σχέδιο.
Πριν απ΄αυτό, δεν υπήρχε κάτι –είχα κάνει μια σειρά του BBC και βρισκόμουν λίγο μεταξύ Ελλάδος και Αγγλίας. Εκείνο τον καιρό υπήρχε ένα κενό. Οταν γνώρισα τον Βασίλη ήμουν στην Αγγλία –γνωριστήκαμε στην Ελλάδα αλλά ήρθε να με βρει στο Λονδίνο.
Ερωτας ζωής; Αν δεν είναι αυτό έρωτας ζωής, τότε δεν ξέρω ποιος είναι.
Είναι σχέση ζωής, ζωή. Είμαστε μαζί από το 1983 – θα κλείσουμε σαράντα χρόνια. Τα πράγματα δεν κρατάνε αν δεν έχεις κοινή οπτική, αν δεν έχεις κοινή γλώσσα, κοινά όνειρα. Αλλά αυτό δεν το ήξερε κανείς μας. Προέκυψε. Χωρίς εκείνον δεν θα μπορούσα. Κι εκείνος χωρίς εμένα δεν νομίζω να είχε ενδιαφερθεί -δεν ασχολιόταν με το θέατρο, αλλά με την πολιτική, με την δουλειά του.
Πάντα είχα την ανάγκη μιας προσωπικής έκθεσης, το ήξερα και το κυνηγούσα. Μπορεί ο κόσμος να θεωρεί, κι είναι πολύ λογικό γιατί το σινεμά μένει ενώ το θέατρο όχι, ότι οι ταινίες καθόριζαν την δική μου προσωπικότητα. Αλλά δεν ίσχυε. Γιατί εγώ από τότε που βγήκα, θέατρο έκανα, αλλά άντε να το ξέρει ο άλλος.
Ξεκίνησα από τον Λεωνιδα Τριβιζά -πάντα κυνηγούσα αυτού του είδους τα πράγματα. Μετά τη δικτατορία που έγινε το Λαϊκό Πειραματικό, με την Ξένια και τον Γιάννη, κι ύστερα όταν ο Λεωνίδας πήρε το Πορεία, μέσα ήμουν. Θεατρικός μου μπαμπάς ήταν ο Λεωνίδας Τριβιζάς. Αυτά που είχα κάνει δεν ήταν εμπορικά. Το πιο δυνατό όμως για τον κόσμο ήταν οι ταινίες…
Η “Πέτρα” πήγε πολύ καλά, παίχτηκε δύο χρόνια.
Μετά θα ήμασταν ηλίθιοι αν δεν συνεχίζαμε το όνειρο, γιατί αυτό ήταν όνειρο. Από εκεί και πέρα το ένα έφερε το άλλο. Κάναμε και την Β΄Σκηνή που ήταν κάτι πολύ σημαντικό, κι είμαι πολύ περήφανη που βγήκαν νέοι άνθρωποι από εκεί. Τότε υπήρχαν και οι επιχορηγήσεις –κι εμείς είχαμε την μεγάλη τύχη να μην μας καθορίζει το ταμείο. Δεν είχαμε την ανάγκη να ζήσουμε απ΄το θέατρο οικονομικά. Κι αυτό βοήθησε πάρα πολύ.
Νομίζω ότι αυτό με καθόρισε εμένα.
Δεν ήθελα να εισπράξω τίποτε άλλο από το θέατρο εκτός από το ίδιο το θέατρο. Η τέχνη του θεάτρου, αυτό με ενδιέφερε κι αυτό έκανα. Οχι ότι δεν χαίρομαι να δικαιωθώ –αλλά δεν περίμενα να καταξιωθώ. Πολλοί άνθρωποι στο θεάτρο κάνουν θέατρο για άλλους λόγους. Εμένα η περιέργειά μου, η τρέλα μου, είναι το ίδιο το θέατρο.
Την σχέση μου με τον Βασίλη δεν την έφθειρε το θέατρο, αντιθέτως –όλο αυτό μας κρατάει. Είναι σαν να κάνουν δύο άνθρωποι ένα παιδί. Δεν ξέρω αν με θαυμάζει στο σανίδι ο Βασίλης, δεν μου το λέει.
Ο Μίνως Βολανάκης είναι ο πρώτος που μπήκε σ΄αυτό το θέατρο. Τον είχα γνωρίσει στους “Ψύλλους στ΄αφτιά”, την πρώτη παράσταση που έκανε η Ξένια στο Πόρτα. Κι από εκεί και πέρα έγινε μια σχέση συγκλονιστική.
Θεωρώ πολύ τυχερό τον εαυτό μου που τον συνάντησα. Με καθόρισε καλλιτεχνικά και όχι μόνον. Μαζί κάναμε, αργότερα, πέντε δουλειές. Ο Βολανάκης ήταν ο πιο ελεύθερος άνθρωπος που έχω γνωρίσει στην ζωή μου -μάθημα ελευθερίας και βάθους. Είχε τεράστιες γνώσεις και τις χρησιμοποιούσε, δεν τις επιδείκνυε.
Σαν άνθρωπος είμαι αρκετά του ρίσκου, γουστάρω να ξεπερνάω τα όριά μου
Ποτέ δεν μ΄ενδιαφέρει να παίξω ρόλους, οι συναντήσεις με ανθρώπους μ΄ενδιαφέρουν κι έχω πολλές σημαντικές, με σκηνοθέτες, συνεργάτες, ηθοποιούς. Είμαι καλυμμένη ως τώρα, με ανθρώπους που μοιράζομαι κοινή γλώσσα και κοινές περιέργειες. Ο Βολανάκης, ο Στάθης Λιβαθινός –που έχουμε κάνει πέντε δουλειές μαζί, ο Νίκος Μαστοράκης, ο Δημήτρης Καραντζάς.
Η μεγάλη μου περιουσία είναι οι ρόλοι –κάθε ρόλος ανοίγει ένα καινούργιο περιστατικό, δρόμους για να ψάξεις άλλα πράγματα. Είναι μια φαρέτρα που μπορείς να την χρησιμοποιείς…
Σε μια τόσο μακριά πορεία έχουν συμβεί και άστοχα πράγματα –αλλά όχι ιδιαίτερα. Υπάρχει και το timing. Κι η αποτυχία έχει να σου δώσει πολλά. Είναι ύποπτο να μην αποτύχεις.
Κάποια στιγμή θα σταματήσω σίγουρα, αλλά το αφήνω. Φυσικά και μου΄χει περάσει απ΄το μυαλό. Αλλά σκέφτομαι ότι αφού μπορώ και θέλω… Είναι σοφή η φύση. Είμαι σίγουρη ότι όταν δεν θα μπορώ δεν θα θέλω, είμαι απολύτως σίγουρη. Οπότε αφήνω να μου το πει. Πιστεύω πολύ σ΄αυτή τη λειτουργία της φύσης. Όπως πιστεύω ότι δεν κάνουμε ποτέ κάτι που δεν μπορούμε, γιατί δεν μας δίνει καμία χαρά.
Σαν άνθρωπος είμαι αρκετά του ρίσκου, πάω στα βράχια, γουστάρω να ξεπερνάω τα όριά μου -έχω υπάρξει και αθλήτρια, έκανα πρωταθλητισμό στο κολύμπι ως τα δεκάξι. Είναι πολύ γοητευτικό και ενδιαφέρον το στοίχημα του να σε εκπλήσσει ο εαυτός σου. Κι εγώ βάζω τέτοια εμπόδια σε μένα προκειμένου να εισπράξω μια έκπληξη από εμένα στο θέατρο –και στην ζωή. Κατά βάση είμαι τυχερή γιατί και στη ζωή και στο θέατρο δεν έχω κάνει πράγματα που δεν ήθελα.
Δεν μπορώ να πω ότι όλα τα πράγματα τα ήθελα, αλλά δεν έχω κάνει πράγματα που δεν ήθελα, κι αυτό είναι κάτι μεγάλο και ουσιαστικό. Είναι τρομερό να σκεφτείς ότι σ΄αυτήν την ζωή, θα κάνεις πράγματα που δεν θες –δεν την θέλω την ζωή έτσι, δεν μ΄ενδιαφέρει…».
Διαβάστε ακόμα:
Μπέτυ Αρβανίτη βιογραφικό! Η ηλικία, οι ΓΑΜΟΙ, το ύψος, η καταγωγή, οι σπουδές, και τα κιλά. Η Μπέτυ Αρβανίτη (Αθήνα, 4 Αυγούστου 1939) είναι Ελληνίδα ηθοποιός 84 ετών.
Βιογραφία
Υπήρξε μία από τις πιο ξακουστές πρωταγωνίστριες του παλιού ελληνικού κινηματογράφου και του θεάτρου. Έγινε γνωστή από τη συμμετοχή της σε ταινίες – παραγωγές της Φίνος Φιλμς τις δεκαετίες του ’60 και του ’70.
Έχει παντρευτεί 3 φορές η Μπέτυ Αρβανίτη κι έχει αποκτήσει έναν γιο από τον πρώτο της γάμο. Συγκεκριμένα, η πρώτη φορά που παντρεύτηκε ήταν με τον Κώστα Σταμάτη ο οποίος είναι αρχιτέκτονας. Καρπός του έρωτά τους είναι ο γιος τους, ο Αλέξης Σταμάτης ο οποίος δεν ακολούθησε τον ίδιο δρόμο με την μητέρα αλλά αντ’ αυτού είναι συγγραφέας. Μάλιστα, ο γιος της είναι ζευγάρι με την ηθοποιό Εύα Σιμάτου και το 2019 έφεραν στη ζωή τον εγγονό της σπουδαίας ηθοποιού.
Tο ευτράπελο στις Άγριες Μέλισσες και η σχέση της με την πεθερά της, Μπέτυ Αρβανίτη
Ο πρώτος της γάμος ήταν με τον συνάδελφό της Φαίδων Γεωργίτση και μαζί έζησαν έναν θυελλώδη έρωτα. Μάλιστα, συμπρωταγωνιστούσαν και στην πολύ γνωστή κι επιτυχημένη ταινία «Νύχτα γάμου» η οποία προβλήθηκε το 1967. Οι δυο τους πήραν διαζύγιο, ωστόσο εδώ και πάρα πολλά χρόνια είναι παντρεμένη με τον Βασίλη Πουλαντζά, με τον οποίο έχουν ιδρύσει την θεατρική εταιρεία «Πράξη».
Οι αποκαλύψεις για τις “Άγριες Μέλισσες”, ο έρωτας με τον σύζυγό της και οι συμβουλές της πεθεράς της, Μπέτυς Αρβανίτη
Θέατρο
Από το 1987 ηγείται της θεατρικής Εταιρείας “Πράξη” που εδρεύει στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, σχήμα που θεωρείται από τα πλέον ποιοτικά στην Ελλάδα. Έχει ανεβάσει πολλά έργα συγγραφέων όπως οι Ίψεν, Πιραντέλο, Πίντερ, Στρίντμπεργκ, Έικμπορν, Τσέχοφ, Ντίρενματ, Ζενέ. Έχει συνεργαστεί με τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες του ελληνικού χώρου, όπως τους Μίνωα Βολανάκη, Λευτέρη Βογιατζή, Στάθη Λιβαθηνό, Νίκο Μαστοράκη, Τάσο Μπαντή, Νικαίτη Κοντούρη, Βίκτωρα Αρδίττη κλπ. Η Β΄ Σκηνή έχει λειτουργήσει ταυτόχρονα ως φυτώριο νέων σκηνοθετών και ηθοποιών.
Έχει παίξει στον “Ιππόλυτο”, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά στην Επίδαυρο. Τη δεκαετία του ’70 πρωταγωνίστησε σε πετυχημένες σειρές του BBC, με πιο γνωστή την Who pays the ferryman.
Προσωπική ζωή
Η Μπέτυ Αρβανίτη είναι παντρεμένη με τον μεταφραστή και πολιτικό μηχανικό Βασίλη Πουλαντζά. Ίδρυσαν μαζί την Θεατρική Εταιρεία Πράξη και τη στέγασαν στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας.
Μπέτυ Βαλάση βιογραφικό σήμερα! Η προσωπική ζωή, η ηλικία, ο θάνατος, η καταγωγή, οι σπουδές
Ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης είναι γιος της, από τον πρώτο της γάμο με τον αρχιτέκτονα Κώστα Σταμάτη.Νύφη της είναι η ηθοποιός Εύα Σιμάτου.
Υπήρξε παντρεμένη με τον επίσης ηθοποιό Φαίδωνα Γεωργίτση με τον οποίο αποτέλεσαν και καλλιτεχνικό ζευγάρι στην ταινία “Νύχτα γάμου” (1967).
Βραβεία
Το 2000 τής απονεμήθηκε το «Θεατρικό Έπαθλο Μαρίκα Κοτοπούλη» από το «Κέντρο Μελέτης και Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου – Θεατρικό Μουσείο».
Μπέτυ Αρβανίτη: «Αν δεν ήμουν έγκυος, δεν θα παντρευόμουν
Στην εκπομπή «Στούντιο 4» της ΕΡΤ φιλοξενήθηκε η Μπέτυ Αρβανίτη την Παρασκευή (13/10) και μεταξύ άλλων η ηθοποιός μίλησε για την σπουδαία καλλιτεχνική πορεία της, για την ζωή της αλλά και τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο.
«Ήθελα να εκτεθώ. Αλλιώς δεν γίνεται. Εκ τους ασφαλούς δεν μπορεί να γίνει Τέχνη. Ούτε ζωή γίνεται. Αλλά τι να φοβηθώ; Το επιθυμούσα διακαώς. Όταν αποφασίζεις να γίνεις ηθοποιός, και γενικότερα όταν θες να ασχοληθείς με κάτι καλλιτεχνικό, είναι προϋπόθεση να θες να εκτεθείς. Αλλιώς γιατί το κάνεις; Να το κάνεις επί του ασφαλούς δεν σημαίνει ότι κάνεις Τέχνη. Η Τέχνη βασίζεται στο ρίσκο και στην πρόκληση. Έτσι προχωράει», ανέφερε η Μπέτυ Αρβανίτη.
Και συμπλήρωσε: «Αν δεν είχα γνωρίσει τον σύζυγο μου, δε θα έκανα δικό μου θέατρο. Είμαι πάρα πολύ κακή στα επιχειρηματικά. Εκείνος με έσπρωξε προς τα αυτό γιατί του άρεσε και αυτουνού. Είχαμε κοινό όνειρο. Τον ενδιέφερε και εκείνον πολύ».
«Έφυγα πάρα πολύ γρήγορα από το σπίτι μου. Το σπίτι μου με βοηθούσε όμως παντού γιατί ήταν άνθρωποι προοδευτικοί αν και σίγουρα δεν ήθελαν να γίνω ηθοποιός. Ήταν όμως άνθρωποι που με στήριζαν και έφυγα πάρα πολύ γρήγορα γιατί παντρεύτηκα και έκανα παιδί πάρα πολύ μικρή. Αν δεν ήμουν έγκυος, δεν θα παντρευόμουν. Δεν μπορώ να πω ότι παντρεύτηκα κάποιον που δεν τον ήθελα, όχι δεν ήταν έτσι, αλλά το κίνητρο… Έλεγα ότι δεν πρόκειται να παντρευτώ ποτέ στη ζωή μου, έχω παντρευτεί τρεις φορές. Έλεγα ότι δεν θέλω να κάνω παιδί, όταν ήμουν 18 χρονών και όλα αυτά ανατράπηκαν εν μια νυκτί και μόνη. Δηλαδή θέλω να πω πως ήθελα να κρατήσω αυτό το παιδί πάση θυσία, δεν ξέρω… μεταφυσικό
Παρά το μικρό της ηλικίας, ήταν η πρώτη φορά που μου συνέβαινε και ήταν κάτι πάρα πολύ δυνατό. Με φόβιζε πάρα πολύ αλλά ήταν “πάμε”. Ήταν δύσκολα εκείνη την εποχή συνδυαστικά με την δουλειά αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Όταν ήθελα κάτι, δεν υπήρχε περίπτωση να μην το κάνω» συμπλήρωσε η Μπέτυ Αρβανίτη.
Αναφορικά με τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο η ηθοποιός τόνισε: «Πραγματικά δεν ξέρω γιατί αγαπάνε τόσο πολύ τις παλιές ταινίες. Εγώ αγαπάω τις νέες ταινίες, τον νέο ελληνικό κινηματογράφο. Όχι ότι δεν αγαπάω τις άλλες. Υπάρχουν ταινίες που είναι πολύ ωραίες. Θεωρώ ότι ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος είναι υπερτιμημένος γιατί πιστεύω ότι έχουν γίνει και κακές ταινίες και μιμήσεις αμερικανικών πραγμάτων. Δεν είναι καλό που τα λέω αλλά αυτά πιστεύω. Από τις ελληνικές ταινίες αυτό που θαυμάζω και θα θαυμάζω πάντα είναι τους Έλληνες άνδρες κωμικούς» σημείωσε η ηθοποιός.